More
    patakis_To_vivlio_twn_fovwn_banner_1068
    patakis_oti thelw tha kanw banner_1068x150
    patakis_To_vivlio_twn_fovwn_banner_1068
    patakis_oti thelw tha kanw banner_1068x150
    patakis_To_vivlio_twn_fovwn_banner_1068
    patakis_oti thelw tha kanw banner_1068x150
    patakis_To_vivlio_twn_fovwn_banner_405
    patakis_oti thelw tha kanw banner_405x150
    ΑρχικήΧρυσές ΛίστεςΧΛ-2023Το παιδί και το άγαλμα του Άντερσεν, της Αγγελικής Δαρλάση (εικ.: Βασίλης...

    Το παιδί και το άγαλμα του Άντερσεν, της Αγγελικής Δαρλάση (εικ.: Βασίλης Κουτσογιάννης)

    Διαβάζεται σε 4′- Ηλικιακό κοινό: 5+ (target 5-8) – Εικονογραφημένο βιβλίο για παιδιά

    Η ζωή είναι μια ωραία μελωδία. Μόνο οι στίχοι είναι λίγο μπερδεμένοι.
    Χανς Κρίστιαν Άντερσεν

    Στις 8 Οκτωβρίου του 2011, ο 57χρονος τότε Δανός γλύπτης και ακτιβιστής Jens Galschiot (Γενς Κάλσιοτ) βυθίζει στο Οντένσε, γενέτειρα του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν, το τριών σχεδόν μέτρων και αξίας διακοσίων χιλιάδων ευρώ χάλκινο άγαλμα του μεγάλου παραμυθά που είχε δημιουργήσει ο ίδιος.

    Το άγαλμα επρόκειτο να αποτελέσει μέρος του project “The Storyteller’s Fountain”, ενός υδάτινου γλυπτού που θα συναποτελούνταν από πολλές εκατοντάδες συνδεδεμένα γλυπτά, τα οποία θα απεικόνιζαν το περίπλοκο παραμυθένιο σύμπαν του Άντερσεν. Επρόκειτο, όμως, για ένα διαδραστικό γλυπτό που απαιτούσε έναν ορισμένο αριθμό ανθρώπων να περνούν από το σημείο, ως εκ τούτου έπρεπε να τοποθετηθεί στο κέντρο της πόλης. Ωστόσο αυτό δεν συνέβη ποτέ, καθώς το ταμείο βρέθηκε μείον, τα χρήματα, καθώς λέγεται, παίχτηκαν στο χρηματιστήριο και το δημοτικό συμβούλιο του Οντένσε πρότεινε εναλλακτικά τέσσερις θέσεις αρκετά έξω από το κέντρο της πόλης, κάτι που δεν βρήκε σύμφωνο ούτε τον Κάλσιοτ ούτε μεγάλη μερίδα πολιτών και καταστηματαρχών.

    Τότε, ο Κάλσιοτ βύθισε το άγαλμα και δήλωσε ότι θα το ανασύρει και πάλι στις 2 Απριλίου, την γενέθλια ημέρα του Άντερσεν. Πίστευε ότι αυτό θα μπορούσε να γίνεται τελετουργικά κάθε χρόνο, ως ένα ιδιότυπο έθιμο της πόλης. Νομίζετε ότι μόνο στην Ελλάδα έχουμε τέτοιες ωραίες ιστορίες και ότι στην πολιτισμένη Ευρώπη όλα βαίνουν θαυμάσια;

    Περί τίνος πρόκειται

    Στην άκρη του λιμανιού της γενέτειρας πόλης του, βρισκόταν πράγματι ένα άγαλμα του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν, μισοβυθισμένο. Πολλοί στέκονταν και το κοιτούσαν, απορημένοι, αποδοκιμαστικά, αμήχανοι. Αλλά ήταν κι εκείνο το παιδί που πίστευε ότι το άγαλμα βρισκόταν εκεί γιατί ο Άντερσεν αγαπούσε και τα παιδιά και τα παραμύθια και το νερό. Κάθε που βράδιαζε, πλησίαζε την προβλήτα και κοιτούσε το άγαλμα με ονειροπόλο ύφος.

    Κανείς δεν ήξερε ποιο ήταν εκείνο το παιδί. Κάποιοι μάλιστα σχεδόν δεν το έβλεπαν. Το παιδί γοητευόταν από τα παραμύθια και απογοητευόταν από την πραγματική ζωή. Άρχισε να μιλά με το άγαλμα. Λόγια λίγα αλλά με ουσία. Όχι σαν τα πολλά που ακούγονταν στη μεγάλη γιορτή για τα γενέθλια του μεγάλου παραμυθά, του αγάλματος ντε. Φωνές, λόγια, φασαρία. Και ξαφνικά σιωπή! Και η μαγευτική φωνή ενός αηδονιού, του Αυτοκράτορα ήταν, κυριάρχησε. Και ύστερα πόσες και πόσες μορφές κατέφτασαν στο μέρος, από τον Χανς και τη Γκέρντα μέχρι τη Βασίλισσα του Χιονιού και από τον Μολυβένιο Στρατιώτη και τη Μικρή Γοργόνα μέχρι το Κοριτσάκι με τα Σπίρτα και την Τοσοδούλα. Μια πορεία προς τη ζωή, την αλήθεια που την βλέπουν μόνο όσοι πιστεύουν στα ωραία παραμύθια. Της ζωής της ίδιας.

    Εστιάζοντας

    Η Αγγελική Δαρλάση εμπνέεται από αυτήν την ιστορία του αγάλματος και γράφει μια θαυμάσια ιστορία γεμάτη από τις αλήθειες της ζωής.

    Ένα μοναχικό αγόρι και ένα άγαλμα ξεχασμένο. Κι οι δυο απόκληροι του κανονικού κόσμου, της περίφημης κανονικότητας και του παραδεδομένου τρόπου ζωής. Η εικόνα που έχουν οι άλλοι για σένα δεν έχει μεγαλύτερη σημασία από ό,τι είσαι στην πραγματικότητα. Ούτε η γενιά σου. Ούτε η καταγωγή σου. Τίποτα δεν μπορεί να σε προσδιορίσει περισσότερο από τη φυσική ορμή, από το τυχαίο φυσικό υλικό σου, το προικιό σου, που θα σε οδηγήσει στην αλήθεια. “Δεν έχει καμιά σημασία αν γεννήθηκες σε μια αυλή γεμάτη πάπιες, από τη στιγμή που εσύ βγήκες απ’ το αυγό ενός κύκνου“, λέει στο αγόρι το άγαλμα. Μαζί, από το σκοτάδι μιας άκριας της προβλήτας, βλέπουν τη γιορτή και το πανηγύρι που στήνονται εν ονόματι φόρου τιμής στον μεγάλο παραμυθά, βλέπουν τους λόγους των επισήμων και της σύγχρονης νομενκλατούρας και σκύβουν το βλέμμα. “… Αυτούς τους έχω βαρεθεί…”* αλλά και… “Τι να τις κάνω τις τιμές τους, τα λόγια τα θεατρικά, μες την οθόνη του μυαλού μου, χάρτινα είδωλα, νεκρά”**. Η συγγραφέας πυροβολεί μαζί με τους ήρωές της τα ψηλά καπέλα και τα κονδύλια τιμής ένεκεν όσων δεν ξέρουμε καν ότι υπήρξαν.

    Δεν στέκεται απλώς εκεί. Ψηλαφεί την υφή, τη φύση, το βαθύτερο νόημα, την προέλευση των παραμυθιών του Άντερσεν αλλά και όλων των παραμυθιών του κόσμου. “Όλοι απλώς μιλάνε τώρα πια. Κανείς όμως δε δίνει πραγματικά σημασία στις ιστορίες, στα παραμύθια… Είναι που δεν καταλαβαίνουν πως καθετί που βλέπουμε μπορεί να είναι παραμύθι…“. Τα παραμύθια που κατετάγησαν υποτιμητικά και αφελώς στην κλίμακα του ψεύδους: “παραμύθια μας λες τώρα“, “σταμάτα τα παραμύθια“. Εκπίπτοντας από τον κόσμο των παραμυθιών, κατέρχεσαι ασυνείδητα στον Άδη της παρακμής. Όλα γύρω μας έχουν μια κρυφή ιστορία που μοιάζει με παραμύθι. Και τα μικρά θαύματα-δώρα της ζωής παραμύθι είναι. Και όσο οι άνθρωποι ιδιωτεύουν μπρος σε έναν μικρόκοσμο, μια ρουτίνα ή μια οθόνη σήμερα, τόσο ξεχνούν να ζουν μέσα στο όνειρο και το θάμα.

    Το τετράπτυχο ανάπτυγμα στη μέση του βιβλίου που φανερώνει την παραμυθένια πομπή πίσω από το άγαλμα του Άντερσεν είναι μία ιδιαιτέρως ευχάριστη έκπληξη που αποδίδει την ενότητα των ηρώων των παραμυθιών αλλά και τη σημασία αυτής της έξοχης παραμυθοπομπής, η οποία μεταδίδει τον σπινθήρα και τη λάμψη της σε όλο τον κόσμο. Η μαγεία και η μεταδοτικότητα των παραμυθιών φωτίζεται από τη συγγραφέα με λέξεις και από τον εικονογράφο με εικόνες. Κι οι δυο μαζί στροβιλίζουν φως σε έναν σκοτεινό κόσμο.

    Όταν τελειώνει η πομπή, όταν τελειώνει η πραγματική γιορτή των παραμυθιών, τότε…

    “Βλέπεις, αγαπημένο μου παιδί, η ζωή είναι σαν ένα πανέμορφο τραγούδι που οι στίχοι του συχνά δε βγάζουν κανένα νόημα”.
    “Και πρέπει εμείς να τους δώσουμε νόημα”.

    Γεμάτο αλήθειες, αλήθειες γεμάτες νόημα και ψυχή βαθιά. Για τη ζωή που είναι ένα απροσδιόριστο χάος, το οποίο κάθε ύπαρξη επιζητεί να του δώσει μια κάποια ροή, κάποια τάξη, ώστε να μπορεί η ζωή του να κυλήσει πάνω σε κάποιες ράγες. Την ίδια ώρα που “για να πατάς στέρεα στη γη, πρέπει το ένα πόδι σου να είναι έξω από τη γη“***, για να αντέξεις την πολλή πραγματικότητα και την υπερβολική τάξη.

    Όμως, η εμπνευσμένη Αγγελική Δαρλάση δεν ακολουθεί τις νόρμες των παραμυθιών του Άντερσεν, δεν υιοθετεί τους αρχετυπικούς κανόνες των παλιών παραμυθιών, ούτε τη ροή τους. Αντιθέτως, δημιουργεί μια ιστορία, που παρά την αύρα του Άντερσεν, νοτίζεται με τα δικά της υλικά: λυρική ατμόσφαιρα από προσεκτικά διαλεγμένες λέξεις, κρυστάλλινες αφηγηματικές εικόνες, κοφτοί διάλογοι γεμάτοι από το χρυσάφι της σκέψης, αντισυμβατικοί ήρωες (ένα βυθισμένο άγαλμα που μιλά με ένα μοναχικό αγόρι στη σκιά μιας γιορτής), στέρεη φιλοσοφία και στάση ζωής, υπερρεαλισμός με τη φαντασία και το ονειρικό στοιχείο να κυριαρχούν, συναισθήματα που εκτοξεύονται σαν βεγγαλικά και σπινθηροβολούν, παρακίνηση να μη φοβάσαι τη μοναξιά, το διαφορετικό, να μη μετέχεις του κοπαδιού και του σωριάσματος σε θίνες αδιάφορων πανομοιότυπων.

    Για να αποκαταστήσει την αλήθεια των παραμυθιών. Για να αθωώσει όσους μαγεμένους από την αστρόσκονή τους πορεύονται μόνοι ως “εμείς, οι άλλοι” που κρατάμε τον κόσμο όρθιο. Αφού “μόνο αυτός που ρισκάρει να πάει πολύ μακριά μπορεί να ανακαλύψει πόσο μακριά μπορεί να πάει κανείς” ****. Και το μακριά είναι μακριά από του κόσμου την θλιβερή αδιαφορία. Για τους μοναχικούς κύκνους που γεννήθηκαν μέσα σε παμφάγες πάπιες. Για τους αρχόντους που το γλεντούν μα δε νογάνε. Για όλα αυτά και άλλα τόσα, η Αγγελική Δαρλάση με ρυθμό, με ποίηση, με ομορφιά.

    Με όλες τις διαβαθμίσεις του μπλε της νύχτας να κυριαρχούν, μιας νύχτας που φωτίζεται από τη θερμή παλέτα των βεγγαλικών αλλά και την αντίστοιχη λάμψη των παραμυθιών, με όλες τις χρωματικές παρεκτροπές αυτών των μπλε προς το μοβ, ο εξαίρετος ανερχόμενος (που πια δεν είναι ανερχόμενος αφού έχει έρθει) Βασίλης Κουτσογιάννης αποδίδει εικονογραφικά την ποιητική, σκοτεινή, μοναχική ατμόσφαιρα της ιστορίας, αποτυπώνοντας με ελευθερία τη σχέση των δύο ηρώων με φόντο μια πόλη που γιορτάζει, καταγράφοντας παράλληλα δικές του ερμηνείες και οπτικές σημάνσεις. Παρέχει έτσι μια ολοκληρωμένη εικονογραφική εμπειρία με καλαισθησία και σε αρμονία με την αύρα της ιστορίας.

    Το παιδί και το άγαλμα του Άντερσεν.

    Για αναγνώστες από 5 περίπου ετών.

    Εκδόσεις Μεταίχμιο.

    ΥΓ: Χρυσή Λίστα 2023, τι λες; Έχουμε θέμα;

    ———————-

    * Βολφ Μπίρμαν, «Die hab’ ich satt», 1966, μετάφραση στα ελληνικά Δημοσθένη Κούρτοβικ, μελοποίηση στα ελληνικά Θάνος Μικρούτσικος, ερμηνεία Μαρία Δημητριάδη, τίτλος «Αυτούς τους έχω βαρεθεί»)

    ** Να μ’ αγαπάς, Παύλος Σιδηρόπουλος, από την ταινία Ο Ασυμβίβαστος

    *** Ο. Ελύτης (Μαρία Νεφέλη, 1978)

    **** Τ.Σ. Έλιοτ

    Απόσπασμα

    Διαβάστε απόσπασμα εδώ

    Διακρίσεις

    Το Soundtrack του βιβλίου

    Μάταιο πλήθος – Μίλτος Πασχαλίδης

    Hans Christian Andersen Suite: 1. Introduction

    TAYTOTHTA
    Τίτλος: Το παιδί και το άγαλμα του Άντερσεν
    Συγγραφέας: Αγγελική Δαρλάση
    Εικονογράφος: Βασίλης Κουτσογιάννης
    Εκδόσεις: Μεταίχμιο, Φεβρουάριος 2022
    Επιμέλεια: Θοδωρής Τσώλης
    Προσαρμογή εξωφύλ.: Γιώργος Παναρετάκης
    Σελίδες: 52
    Μέγεθος: 20,5 Χ 28,5
    ISBN: 978-618-03-2982-7

     

    Απόστολος Πάππος
    Απόστολος Πάππος
    Γεννήθηκε στον Πειραιά το 1976. Νηπιαγωγός. Κάποτε έφτιαξε το ELNIPLEX. Τώρα γράφει γι' αυτό μόνο όποτε του αρέσει κάτι.
    RELATED ARTICLES

    Most Popular