More
    patakis_asprixwra_1068x150
    patakis_otan mas afise h thalassa_1068x150
    patakis_asprixwra_1068x150
    patakis_otan mas afise h thalassa_1068x150
    patakis_asprixwra_1068x150
    patakis_otan mas afise h thalassa_1068x150
    patakis_asprixwra_405x150
    patakis_otan mas afise h thalassa_405x150
    ΑρχικήELNIPLEX+ΣτοχασμοίΈνα παιδί πέθανε ανυπεράσπιστο. Αυτή είναι η ορθή λέξη.

    Ένα παιδί πέθανε ανυπεράσπιστο. Αυτή είναι η ορθή λέξη.

    Γράφει ο Νεκτάριος Στελλάκης *

    ΠΕΜΠΤΗ

    (Ένα χρόνο μετά….)

    «Ο κάθε μικρός θάνατος…»

    Στίχος από το τραγούδι «Δρόμος» του Γιάννη Αγγελάκα,  Τρύπες, 1999

    «Ο κάθε μικρός θάνατος απώλεια μεγάλη θα’ πρεπε να λογιέται»

    Παρότι οι αριθμοί κι οι στατιστικές για τις μετακινήσεις ατόμων ή ομάδων μοιάζουν να δίνουν απαραίτητα στοιχεία σ’ αυτούς που παίρνουν αποφάσεις, εμείς οι πολίτες χρειαζόμαστε τις ιστορίες και τα ονόματα των συνανθρώπων μα,  για να συνθέσουμε το παζλ της μεγάλης εικόνας, που δεν κλείνεται από τους αριθμούς και τα σχεδιαγράμματα. Οι ιστορίες μιλάνε για όνειρα, πάλη, αγώνες κι αγωνίες, πίστη, ελπίδα, πείσμα κι άλλα που δε χωράνε στους αριθμούς.

    Στην αρχή δεν μ’ άγγιξε παρά μόνο λίγο πιο αμυδρά παραπάνω από μια συνηθισμένη είδηση. Η φράση «συνηθισμένη είδηση» μοιάζει ανόητη, καθώς, αν κάτι είναι «συνηθισμένο», δεν μπορεί να είναι και «είδηση». Ωστόσο, εάν κάτι επαναλαμβάνεται συχνά, τότε σιγά σιγά ξεπέφτει σε κάτι «συνηθισμένο». Η λέξη «συνηθισμένο» ταιριάζει με το θάνατο; Απάντηση πρώτη: ταιριάζει, γιατί είναι ο θάνατος είναι ένα πράγματι συνηθισμένο γεγονός, αναπόφευκτο, όπως και να το κάνεις. Απάντηση δεύτερη: Η λέξη είναι εντελώς αταίριαστη ακόμη, γιατί, όσο κι αν ο θάνατος αποτελεί την πιο κοινή μοίρα των ανθρώπων, των θνητών, διατηρεί κάτι το έκτακτο, το ξεχωριστό, το οποίο τον κάνει «είδηση».

    Η είδηση στο διαδικτυακό τόπο της εφημερίδας έλεγε περίπου τα εξής: «αγνοείται ένα εννιάχρονο κορίτσι που επέβαινε σε βάρκα, που περνούσε προς τη Λέσβο». Διάβασα την είδηση και κούνησα το κεφάλι. Δηλαδή, δεν είμαι σίγουρος ότι κυριολεκτικά κούνησα το κεφάλι, αλλά σίγουρα το κούνησα από μέσα μου. Η αυθάδης αυτή κίνηση ήταν σαν να δήλωνε «για μια ακόμη φορά τα ίδια» κι ακόμη «κρίμα, αλλά όπως κι αν είναι δε μπορώ εγώ να κάνω κάτι».

    Από το βιβλίο της Αργυρώς Πιπίνη “Μελάκ, μόνος”, εικονογράφηση Αχιλλέας Ραζής, copyright Εκδόσεις Καλειδοσκόπιο

    Η είδηση θάφτηκε κάπου στο σκουπιδότοπο της κεφαλής μου, εκεί όπου στριμώχνονται πληροφορίες, έγνοιες, εικόνες, μνήμες, γνώσεις… Αναρωτιέμαι πώς δεν έχει ακόμη αρχίσει να σκορπά δυσωδία το κεφάλι μου, έτσι που συσσωρεύει ακατέργαστα τόσες πρώτες ύλες, που αδυνατεί να επεξεργαστεί. Όπως και να παραστήσεις τον αποθηκευτικό χώρο της νόησης, η αλήθεια είναι ότι η είδηση ήρθε και προστέθηκε σε ένα σωρό άλλες παρόμοιες για ναυάγια, θανάτους, αποκλεισμούς, ελλιμενισμούς βαρκών με πρόσφυγες ή μετανάστες, εκκλήσεις ανθρωπιστικών οργανώσεων κι αντεγκλήσεις πολιτικών… Προστέθηκε και τακτοποιήθηκε ή έτσι φάνηκε, αφού κύλησα το ποντίκι, να κατέβει η οθόνη στις άλλες ειδήσεις.

    Φώλιασε η είδηση, αλλά δεν ξεχάστηκε. Ξεπρόβαλε από τη γωνιά της και με τσιγκλούσε. Πώς είναι, όταν κολλά στην κάλτσα σου ένα αγκαθάκι κι εκεί που νομίζεις πως δεν υπάρχει, εκείνο ξεπροβάλλει, σε δαγκάνει και χάνεται, μέχρι να το ξεχάσεις εντελώς, αλλά εκείνο απρόσμενα σε ξανακεντά, για να σου δείξει πως είναι ακόμη εκεί. Ένα κορίτσι να παλεύει Φλεβάρη μήνα μες στη φουρτουνιασμένη θάλασσα…

    Σκέφτομαι… Ψέματα. Δε σκέφτομαι, γιατί δεν υπάρχει κάτι να σκεφτώ. Η ιστορία σε γενικές γραμμές μοιάζει πράγματι συνηθισμένη. Συμμορίες εκμεταλλεύονται τις ελπίδες των ανθρώπων που επιδιώκουν να φτάσουν σε ένα μέρος όπου έχει ειρήνη, και να ζήσουν  τη ζωή τους, όπως την εννοούν κι όπως τη θέλουν. Φορτώνουν τις βάρκες και σπρώχνουν τους ανθρώπους στην τύχη τους. Κι αυτοί, θέλεις πεισμένοι από τα ψέματα των αδίστακτων δολοφόνων, θέλεις απεγνωσμένοι από την ακινησία, θέλεις γραπωμένοι από την ελπίδα χωρίς την οποία θα πνίγονταν σε ένα γκρίζο βάλτο απελπισίας, βάζουν τα «γιορτινά» σωσίβια κι ανοίγονται στη θάλασσα, πιστεύοντας πως τα φώτα, που βλέπουν στο βάθος, στέκουν εκεί σαν χαρούμενο προσκλητήριο για τη νέα ζωή, που έχουν τόσες φορές ονειρευτεί. Τα φώτα αυτά, τα τόσο διαφορετικά από τις εκρήξεις και τα χαίνοντα/φαιά σκότη που άφησαν πίσω τους. Και μπαίνουν στις βάρκες οι άνθρωποι. Ηλικιωμένοι, γονείς, μοναχικοί, γονείς με παιδιά, νέοι που ταξιδεύουν μόνοι τους. Η λαχτάρα ότι κάτι, επιτέλους, κινείται φαίνεται να’ ναι τόσο ισχυρή, που μειώνει το φόβο, που είναι φυσικό να νιώθει κανείς, κάθε φορά που είναι να επιβιβαστεί σε ένα φουσκωτό και να ανοιχτεί στο πέλαγος.

    Λοιπόν, κατά καιρούς ο νους μου γυρίζει ή μάλλον δε μπορεί να ξεφύγει από το εννιάχρονο κορίτσι. Το κορίτσι που παλεύει με τα κύματα, το κορίτσι που προσπαθεί να κρατηθεί στη ζωή. Προσεύχομαι γι’ αυτό και για τους ανθρώπους που το ψάχνουν. Κάτι να φανεί, κάτι να τους τραβήξει προς τα κει. Ένα κορίτσι.. ένα παιδί… στα νερά…στο σκοτάδι. Δεν πλατσουρίζει, πνίγεται!

    Πνίγηκε….

    κάπου στη Λέσβο

    το ημερολόγιο έγραφε 13 Φεβρουαρίου 2019.

    Η εφημερίδα που είχε δημοσιεύσει το χάσιμό της, μας ανακοίνωσε, την επομένη το χαμό της. Ημέρα Πέμπτη, 14 Φεβρουαρίου… Ποιος άγγελος σ’ αγκάλιασε αγγελούδι; Ποιος σε σημάδεψε και σ’ άρπαξε; Ή ποιος επέτρεψε να εκτεθείς στο σημάδι του θανάτου;

    «Μόλις λίγα μέτρα από την ακτή έσβησε το όνειρο….» …διαβάζω, διαβάζω πολλές φορές τη φράση «μόλις λίγα μέτρα ….. έσβησε το όνειρο….». Στο τέλος όλα τα όνειρα – του παιδιού, των παιδιών, των γονιών, τα δικά μου, τα δικά μας  κι ολωνών για μια καλύτερη ζωή- γίνονται κουβάρι που ανάβει, εκρήγνυται, σβήνει κι αφήνει μια λασπώδη μαύρη μάζα σε μια έρημη ακτή, θλιβερό μνημείο ασθενικών ονείρων.

    «Μόλις λίγα μέτρα…». Ξέρω περίπου πού είναι το Αφγανιστάν, αλλά δεν μπορώ να υπολογίσω το δρόμο που έκανε η μικρή, για να φτάσει ως αυτά τα «μόλις λίγα μέτρα». Googlάρω «Κανταχάρ – Λέσβος». Η πόλη αυτή είναι πιο κοντά στην Ελλάδα από την Καμπούλ κι επίσης τη νιώθω κάπως πιο οικεία. Η πόλη Κανταχάρ είναι μια από τις πολλές Αλεξάνδρειες, που ίδρυσε ο Μέγας Αλέξανδρος. Μήπως θα έπρεπε να δεχόμαστε ότι υπάρχει μια έστω κάποια μακρινή συγγένεια με τους κατοίκους των πόλεων αυτών;  Ο υπολογιστής με βοηθάει να βρω την απόσταση με ακρίβεια: Τεσσερισήμισι χιλιάδες χιλιόμετρα και -Αφγανιστάν, Ιράν, Αρμενία, Ιράκ, Τουρκία, Ελλάδα- έξι χώρες. Βλέπω το χάρτη, αλλά δύσκολο να κατανοήσω το δρόμο, τον κόπο, τα μεταφορικά μέσα που χρησιμοποίησαν, τους ανθρώπους που συνάντησαν, τα μέρη στα οποία χρειάστηκε ή αναγκάστηκαν να σταματήσουν.  Κρατούσε, άραγε, η μικρή κάτι από την πατρίδα της; Τι ένιωθε για τη χώρα όπου γεννήθηκε; Ποιο φαγητό, ποια μυρωδιά, ποια ιστορία ή ποιο τραγούδι της άρεσαν περισσότερο; Τι έμαθε για τον άνθρωπο στους τόσους δρόμους που διάβηκε; Παρέμειναν μεγάλο διάστημα στην Τουρκία; Ποιος τους καθοδήγησε στο συγκεκριμένο πέρασμα; Φοβήθηκε σαν έφτασε στην ακτή κι είδε τη φουρτουνιασμένη θάλασσα;

    Η εφημερίδα ανέφερε αρκετές λεπτομέρειες, ωστόσο καμιά τους δεν ήταν πρωτόγνωρη: τους θυελλώδεις ανέμους που έπνεαν στην περιοχή, τους 53 επιβάτες που επέβαιναν σε μια φουσκωτή βάρκα από τους οποίους οι 52 σώθηκαν (η πληροφορία έχει θετικό πρόσημο, παρότι η σκέψη δε χάνει το κορίτσι), το ότι η βάρκα έχασε τον προσανατολισμό της κι οι επιβαίνοντας πάλευαν όλη τη νύχτα μέχρι που κατάφεραν να πλησιάσουν στο νησί οπότε κι η βάρκα προσέκρουσε στα βράχια κι άρχισε να μπάζει νερά…

    Από το βιβλίο του Νεκτάριου Στελλάκη “Είμαι πρόσφυγας από την Κερύνεια”, εικονογράφηση Αχιλλέας Ραζής, copyright Εκδόσεις Καλειδοσκόπιο

    Για το κορίτσι αναφέρονταν ότι ήταν Αφγανή κι ότι «ταξίδευε» με την οικογένειά της. Το μέρος όπου γεννήθηκες σε προσδιορίζει καλύτερα από το όνομά σου; Το παιδί είχε όνομα… Το παιδί είχε όνειρα… Το παιδί είχε ζωή… Κι αυτή τη ζωή διεκδικούσε με το ταξίδι αυτό, το επικίνδυνο οπωσδήποτε ή «παράνομο» για κάποιους, ή «παράτυπο» γι’ αυτούς που θέλουν να σκέφτονται με πολιτική ορθότητα… Θύμωσα πολύ, άναψα και τα δάκρυα δε με έσβησαν… Ευτυχώς… φαίνεται να παραμένω ακόμη ζωντανός. Ακόμη κι αν δε δρω, κάπως αντιδρώ…

    Ψάχνω το όνομα του παιδιού… Μαθαίνω πληροφορίες, αλλά όχι αυτή που ζητώ. Το παιδί ταξίδευε με την οικογένειά του, γονείς και πέντε παιδιά… Αυτό το πέντε με σουβλίζει. Είμαστε πέντε παιδιά κι η μάνα μου συνηθίζει να σφίγγει τα δάχτυλα σε μια χούφτα και να λέει «έτσι να ‘στε ενωμένοι, πάντα μαζί και δυνατοί». Έχει κι ένα άλλο παρόμοιο: «Ενωμένα τα κλαδιά, ούτε τα λυγίζετε, χωρισμένα τα κλαδιά, εύκολα τα σπάζετε». Κάτι αντίστοιχο, αναμφισβήτητα, θα έλεγε κι η Αφγανή μητέρα της Πέμπτης – την ονομάζω, έχω ανάγκη να της απευθύνομαι με ένα όνομα ή έστω ένα δικό της παρανόμι… δε λέω τη βαφτίζω. Από τη μια η θρησκεία της κι απ’ την άλλη το νερό δε μου επιτρέπουν τη λέξη. Μα θα λύγισε τώρα εκείνη κι ο άντρας της, θα λύγισαν και τα αδέλφια της. Κάτι θα ‘σπασε  στην καρδιά όλων τους. Και μακάρι τα δάκρυα των αδελφών να γίνουν με το χρόνο ρετσίνι και να κολλήσει με το χρόνο το κομματάκι της Πέμπτης. Το ρετσίνι των δέντρων ή της μαστίχας δε το λέμε και δάκρυ; Κι ας μείνει μόνο μια σκιά να τη θυμίζει τη μικρή μας Πέμπτη. Μάνα και πατέρας σημαδεύτηκαν αμετάκλητα κι ανέλαβαν να στήσουν μνημείο φωτεινό στο παιδί, το δικό τους που έγινε και δικό μας, υδάτινο γεφυράκι μεταξύ δυο κόσμων.

    Πόσα παιδιά κι ενήλικες έχασαν την ζωή τους στα νερά του Αιγαίου; Πόσα παιδιά ή ενήλικες αφήσαμε να ριψοκινδυνεύσουν τόσο, ώστε να χάσουν τη ζωή τους στα νερά του Αιγαίου;… Πόσα παιδιά ή ενήλικες αναγκάστηκαν από την αδιαφορία μας και την εγωιστική συμπεριφορά μας να ριψοκινδυνεύσουν τόσο, ώστε να χάσουν τη ζωή τους στα νερά του Αιγαίου;

    Η Πέμπτη, άραγε, τι σειρά είχε; Σκέφτομαι τα αδέλφια μου κι ανατριχιάζω στην ιδέα που μου περνά. Να επιχειρήσω να φανταστώ πώς θα ήμαστε χωρίς ένα από αυτά. Η Πέμπτη ταξίδευε χωρίς σωσίβιο… Μήπως ήταν η πιο μεγάλη και δόθηκε προτεραιότητα στα μικρότερα αδέλφια της; Μήπως ήταν απ’ τα μικρότερα, που θα τα προστάτευαν τα μεγαλύτερα;

    Έχει καμιά σημασία να μάθουμε; Έχει. Βεβαίως κι έχει να μπούμε στη θέση των γονιών της που είτε λόγω έλλειψης χρημάτων, είτε μικρότερου αριθμού διαθέσιμων σωσιβίων έπρεπε να πάρουν κάποια απόφαση που ενδεχομένως να είχε σημαντικές επιπτώσεις. Τι δεδομένα είχαν; Τι ελπίδες έθρεφαν; Τι τους έσπρωχνε να τολμήσουν; Κι είναι εύλογο εμείς να μην μπορούμε να τα απαντήσουμε με ακρίβεια αυτά τα ερωτήματα, αλλά, εάν θέλουμε να αναλάβουμε το βάσανο της έρευνας, θα βρούμε χωρίς πολύ δυσκολία τις διαδρομές, τις ταρίφες, τα κυκλώματα, τα παζάρια που εκμεταλλεύονται τις ελπίδες των κάθε λογής φυγάδων για μια καλύτερη ζωή.

    Νιώθω την Πέμπτη να μισοκοιμάται κουρασμένη ανάμεσα στους άλλους. Να τους ακούει να μιλάνε σε γλώσσες που κατανοεί, σε γλώσσες που δεν κατανοεί και να πιάνει τα μηνύματα που στέλνουν οι ματιές, οι χειρονομίες, οι κραυγές. Δε μπορεί παρά να κατάλαβε σαν είπανε για την ακτή και να σκέφτηκε «επιτέλους, τελειώνει η αγωνία και το μαρτύριο»… Το σκέφτηκε, αλλά άλλο εννοούσε από αυτό που συνέβη, παρότι κι αυτό που συνέβη κατά μια έννοια είναι ένα τέλος μαρτυρίου…

    Αποπαίρνω τον εαυτό μου απ’ τη συνέχεια. Μακάρι ένα κήτος να κατάπινε την Πέμπτη μας, σαν τον Ιωνά, να τη κρατούσε για λίγο στην κοιλιά του και να την έβγαζε σε μια ακτή φωτεινή και φιλόξενη. Μια ακτή που να σέβεται τα όνειρα των παιδιών και να τα θρέφει. Μια ακτή που ν’ αναθρέφει τα παιδιά με σεβασμό και δικαιοσύνη.

    Όπως και να ‘χει η Πέμπτη χάθηκε στα νερά, έσβησε το καντηλάκι της ή ό,τι έχουν οι Αφγανοί, να συμβολίζει τη ζωή. Σκοτείνιασε ανεπαίσθητα ο κόσμος. Σκοτάδι, σκότος, σκοτωμός…

    Πόσα σκοτάδια; … πόσοι σκοτωμοί; … και αντίστροφα: Πόσοι σκοτωμοί; …. Πόσα σκοτάδια;…

    Η μαμά της δε θα ξαναδείξει τη χούφτα της στα παιδιά, για να τους πει να είναι ενωμένα και με σθένος μαζί κι οι πέντε να αντιμετωπίζουν τη ζωή. Η μια τους θα λείπει στο εξής… Μακάρι η πορεία των γονιών της Πέμπτης και των τεσσάρων αδελφών της να συνεχιστεί και να μπορέσουν να χτίσουν μια ζωή όπως αξίζει στον καθένας μας, με εργασία για τους γονείς, με εκπαίδευση για τα παιδιά. Μακάρι να μην κολλήσουν στο έλος της γραφειοκρατίας. Αυτό που έχει πνίξει τόσες άλλες οικογένειες και παιδιά με διαφορετικό, πιο χρονοβόρο και πιο εξουθενωτικό μαρτύριο από αυτό της Πέμπτης μας.

    Ένα παιδί πνίγηκε. Κι είναι απάνθρωπο να δεχτούμε πως «ακόμη ένα παιδί πνίγηκε». «Ένας μικρός θάνατος στο μεγάλο κι ατέλειωτο κόσμο», όπως λέει το τραγούδι. Μα υπάρχουν μικροί θάνατοι ή τάχα ο κόσμος είναι ατέλειωτος; Όπως και να ‘χει ένα παιδί πνίγηκε, τέσσερα αδέλφια έχασαν την αδελφή τους, δυο γονείς έχασαν ένα παιδί τους, ο κόσμος έχασε την ελπίδα που κουβαλούσε το χαμόγελο κι η καρδιά της εννιάχρονης που, για να μη τη θρηνούμε χωρίς όνομα, τη βαφτίσαμε Πέμπτη. Κι είναι δειλία να μην ομολογήσουμε το ποιητικό αίτιο αυτού του πνιγμού. Ένα παιδί πέθανε ανυπεράσπιστο. Αυτή είναι η ορθή λέξη. Δε βρέθηκε κάποιος να της σταθεί, να την στηρίξει, να την υπερασπιστεί. Οδηγήθηκε στο θάνατο, στη φουρτουνιασμένη από τους θυελλώδεις ανέμους θάλασσα… της εγκληματικής ασυνέπειας να τηρήσουμε τους κανόνες και τις συμβάσεις που περηφανευόμαστε ότι έχουμε δημιουργήσει. «Εμείς»… Εμείς είμαστε αυτοί που δεν σταθήκαμε όπως οφείλαμε, υπερασπιστές, «υπέρ» των… Ποιοι είμαστε οι εμείς; Υπάρχει ακόμη το «εμείς» για να το αναζητήσουμε; Και πώς μπορούμε να δυναμώσουμε εμείς αυτό το «εμείς»;

      *****

    «Μόλις λίγα μέτρα  απ’ την ακτή έσβησε το όνειρο…». Γίνεται να ξανανάψεις ένα όνειρο, να ανα-στήσεις την ελπίδα;

    Γίνεται, μας βεβαιώνει ο ποιητής…. μα θέλει δουλειά πολλή.

    Υστερόγραφο: Τέσσερα αδέλφια με τους γονείς τους πάτησαν τα βράχια της Λέσβου. Έφτασαν σε έδαφος ευρωπαϊκό. Άραγε, τι θα μας δείξει η συνέχεια της πορεία τους; Ναι, θα ‘ θελα να την παρακολουθήσω με την ελπίδα πως θα ‘ναι καλύτερη απ’ ότι είχαν σκεφτεί: εκπαίδευση, υγεία, οικογενειακή ζωή, φιλίες, εργασία, έρωτας…. Ό,τι θέλει ο καθένας μας, δηλαδή «Λίγο ψωμί, λίγο κρασί, Χριστούγεννα κι Ανάσταση», όπως λέει και πάλι ο ποιητής.

    Ύστερο-γραφο: Το όνομα της μικρής είναι Roya και είναι/ήταν το τέταρτο παιδί της οικογένειάς της. Ψάχνω το νόημα του ονόματός της. Roya είναι περσική λέξη, που σημαίνει «όνειρο» ή «όραμα». Χάθηκε η Roya, χάθηκε και το όνειρό της στη θάλασσα, όπως και τόσοι άλλοι άνθρωποι και τόσα άλλα όνειρα. Μακάρι ο πόνος για το χαμό τους να δυνάμωνε το όραμα για έναν πιο ανθρώπινο κόσμο, έναν κόσμο που το δικαίωμα στη ζωή θα ήταν δεδομένο για όλους.

    10.03.2019- Πτώμα παιδιού σε παραλία της Λέσβου

    Κανταχάρ, Αλεξάνδρεια επί τον Παροπαμισόν : Λεξικόν της καθ’ ἡμας ελληνικής διαλέκτου, Σκαρλάτου Δ. Βυζάντιου, 1835
    Paropamisos is the ancient Greek name of the Hindu Kush mountain range that divided ancient Bactria (northern Afghanistan) from India (Ptol. Geog. 6.18; McCrindle 1884/1994: 86–7).

    * Ο Νεκτάριος Στελλάκης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1966 και ζει στην Πάτρα. Είναι δάσκαλος και νηπιαγωγός. Έχει κάνει μεταπτυχιακές σπουδές στη γλωσσολογία στην Αγγλία και τη διδακτορική του διατριβή στο Πανεπιστήμιο Πατρών, όπου σήμερα είναι επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Επιστημών της Εκπαίδευσης και της Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία. Έχει μια μακροχρόνια δράση στην Παγκόσμια Οργάνωση Προσχολικής Αγωγής (ΟΜΕΡ) στην οποία από το 2013 είναι περιφερειακός αντιπρόεδρος για την Ευρώπη.

    RELATED ARTICLES

    Most Popular