Τ. Σ. Έλιοτ: ο ποιητής ο μέγας

0
1184

Ο T.S. γεννήθηκε στο Σαιντ Λούις του Μιζούρι στις 26 Σεπτεμβρίου του 1888. Ο πατέρας του ήταν επιχειρηματίας και η μητέρα του δασκάλα. Κάπου στα 7 του, ο T.S. άρχισε να παρακολουθεί μαθήματα σε ένα τοπικό σχολείο και το 1898 ξεκίνησε να φοιτά στην «Ακαδημία Σμιθ» που ήταν προπαρασκευαστική σχολή για την εισαγωγή στο πανεπιστήμιο Ουάσινγκτον. Στη συνέχεια φοίτησε για ένα χρόνο στο προπαρασκευαστικό σχολείο της ιδιωτικής Ακαδημίας Μίλτον στη Βοστόνη και το 1906 πέρασε με επιτυχία τις εισαγωγικές εξετάσεις του Χάρβαρντ, απ’ όπου αποφοίτησε τρία χρόνια αργότερα με πτυχίο Bachelor of Arts.

Τον Οκτώβριο του 1910 αποφάσισε να ταξιδέψει στην Ευρώπη και επισκέφτηκε κυρίως το Παρίσι. Στη διάρκεια της παραμονής του μελετούσε παράλληλα γαλλική φιλολογία, κάνοντας ιδιαίτερα μαθήματα γαλλικών και παρακολούθησε παραδόσεις του φιλοσόφου Ανρί Μπερξόν. Το 1911 επέστρεψε στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ ως διδακτορικός φοιτητής στο τμήμα της φιλοσοφίας. Μελέτησε σανσκριτικά. Αργότερα, ο Έλιοτ εγκατέλειψε αυτή την πορεία και στράφηκε σε περισσότερο «συμβατικούς» τομείς της φιλοσοφίας και της συγκριτικής μεθοδολογίας. Στις αρχές του 1914, εκμεταλλευόμενος μία υποτροφία που του πρόσφερε το πανεπιστήμιο, επέστρεψε στην Ευρώπη με σκοπό να συνεχίσει τις σπουδές του στο Merton College της Οξφόρδης. Πήγε στο Λονδίνο τον Αύγουστο του 1914 και γρήγορα συνδέθηκε με τον Έζρα Πάουντ, ο οποίος ήδη ζούσε εκεί για περίπου πέντε χρόνια. Ο Πάουντ ήταν ενθουσιασμένος με τα ποιήματα του Έλιοτ και τον σύστησε και σε άλλους Αμερικανούς συγγραφείς, προσφέροντας του την ευκαιρία να βρεθεί σε ένα γόνιμο καλλιτεχνικό περιβάλλον, αλλά και να γίνει ευρύτερα γνωστό το έργο του.

Το 1915 γνώρισε την Βίβιεν Χέι-Γουντ την οποία στη συνέχεια παντρεύτηκε. Τον Ιούνιο του ίδιου έτους, με παρότρυνση του Πάουντ, κυκλοφόρησε το πρώτο του αριστούργημα “Το ερωτικό τραγούδι του Τζέι Άλφρεντ Προύφροκ”:

“Άσε να πάμε τότε, εσύ κι εγώ,
Όταν το απόγευμα έχει απλωθεί ενάντια στον ουρανό
Σαν ασθενής που απ’ τον αιθέρα λιποθύμησε απάνω στο τραπέζι•
Άσε να πάμε, μέσω ορισμένων μισοέρημων στενών,
Των τραυλών συμβιβασμών
ταραγμένων βραδιών σε φτηνά ξενοδοχεία της μιας νύχτας
Και στρωμένων πριονίδια ρεστοράν με όστρακα στρειδιών:
Δρόμοι που εξακολουθούν σαν κάποιο επιχείρημα κουραστικό
Μιας δόλιας πρόθεσης
Για να σε οδηγήσουν σε ένα ερώτημα συντριπτικό…
Ω, μη ρωτάς, “Ποιό είναι αυτό;”
Άσε να πάμε κι ως επισκέπτες να δηλώσουμε παρόν.”

Λίγο αργότερα, ξεκίνησε να εργάζεται ως δάσκαλος στη μέση εκπαίδευση προκειμένου να βγάζει τα προς το ζην και λίγο μετά, χάρη σε μεσολάβηση του φίλου του Μπέρτραντ Ράσελ, ανέλαβε να γράφει κριτικές αναλύσεις στο περιοδικό International Journal of Ethics. Στα τέλη του 1916, παραιτήθηκε από το δημοτικό σχολείο και παρά την αρχική του πρόθεση να συντηρηθεί αποκλειστικά από τις κριτικές του, χρειάστηκε για οικονομικούς λόγους να δεχθεί μία θέση στην τράπεζα Lloyds.

Το 1921 έγραψε το ποίημα “The Waste Land” το οποίο θεωρείται από πολλούς το σημαντικότερο ποιητικό έργο του 20ού αιώνα και το 1922 εκδόθηκε το ποίημα “Έρημη Χώρα”, ένα έργο που του χάρισε παγκόσμια αναγνώριση.

“Ποιός είναι ο τρίτος που περπατεί πάντα
στο πλάι σου;
Όταν μετρώ, είμαι μονάχα εγώ και εσύ και συ μαζί μου
Μα όταν κοιτάζω εμπρός τον άσπρο δρόμο
Υπάρχει πάντα κάποιος που περπατεί στο πλάι
σου
Γλιστρώντας τυλιγμένος σε καστανό μανδύα,
κουκουλωμένος
Αν είναι άντρας αν είναι γυναίκα δεν το ξέρω
– Μ’ αυτός εκεί ποιος είναι απ’ τ’ άλλο πλάι σου; “

Το 1933 χώρισε με την γυναίκα του, γεγονός που αποτέλεσε έναυσμα ενός νέου ξεκινήματος για εκείνον σε δημιουργικό και όχι μόνο επίπεδο. Τα επόμενα δύο χρόνια ολοκλήρωσε τα πρώτα του θεατρικά έργα The Rock (1934) και To Φονικό στην Εκκλησιά (1935).  Στις αρχές του 1938, εκδόθηκαν δύο συλλογές του έργου του, το Essays Ancient and Modern, με δοκίμια του, καθώς και η συλλογή Collected Poems 1909-1935 που περιλάμβανε την πρώτη δημοσίευση του ποιήματος Burnt Norton, και έλαβε ευμενείς κριτικές, ανάλογες του κύρους που είχε αποκτήσει πλέον ο Έλιοτ.

Το Νοέμβριο του 1948 το βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας του χτύπησε την πόρτα. Για τη προσφορά και την επιρροή του στην ποίηση, την κριτική και το δράμα, είπαν. Και δεν είχαν άδικο. Στον Τ.Σ. Έλιοτ δεν είχε χαριστεί τίποτα, ούτε το Νόμπελ, ούτε η καταξίωση, ούτε ο υπέροχος αυτός τρόπος να μαγεύει με τις λέξεις. Ακολούθησαν αρκετές ακόμα διακρίσεις και βραβεύσεις. Ο ίδιος ανησύχησε σφόδρα για αυτήν την αναγνωρισιμότητα και το κύμα φήμης που του είχε ορμήσει. Αλλά πάνω απ’ όλα έμειναν η ποίηση και όλες οι άλλες δημιουργίες του.

Στις 10 Ιανουαρίου του 1957, παντρεύτηκε για δεύτερη φορά, με την τριαντάχρονη Βάλερι Φλέτσερ, η οποία στο παρελθόν υπήρξε γραμματέας του. Κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του, αντιμετώπισε έντονα προβλήματα υγείας. Τον Οκτώβριο του 1964 έπεσε σε βαθύ κώμα και έμεινε παράλυτος από την αριστερή πλευρά. Πέθανε τελικά στις 4 Ιανουαρίου 1965. Είχε δώσει εντολή να αποτεφρωθεί η σορός του και τον Απρίλιο η τέφρα του μεταφέρθηκε στην εκκλησία του Αγίου Μιχαήλ στο Ιστ Κόκερ, χωριό από το οποίο κατάγονταν οι πρόγονοί του

Ήταν 77 ετών.

Πηγές: Wikipedia