More
    patakis_To vivlio twn fovwn banner_elniplex 1068x150
    patakis_oti thelw tha kanw banner_elniplex 1068x150
    patakis_To vivlio twn fovwn banner_elniplex 1068x150
    patakis_oti thelw tha kanw banner_elniplex 1068x150
    patakis_To vivlio twn fovwn banner_elniplex 1068x150
    patakis_oti thelw tha kanw banner_elniplex 1068x150
    patakis_To vivlio twn fovwn banner_elniplex 405x150
    patakis_oti thelw tha kanw banner_elniplex 405x150
    ΑρχικήΧρυσές ΛίστεςΧΛ-2023Φωτιά, του Πολυχρόνη Κουτσάκη

    Φωτιά, του Πολυχρόνη Κουτσάκη

    Διαβάζεται σε 3′- Ηλικιακό κοινό: 14-19+   – Λογοτεχνία για εφήβους+

    Η Φωτιά είναι η ερωτική ιστορία του Θωμά και της Άννας, δυο νέων παιδιών από τελείως διαφορετικούς κόσμους, που ερωτεύονται χωρίς να μπορούν να καταλάβουν και οι ίδιοι το πώς. Και πριν προλάβουν καλά καλά να αγαπηθούν, βρίσκουν απέναντι μια πραγματικότητα που μοιάζει με το αγριότερο θηρίο και τους εμποδίζει κατηγορηματικά να είναι μαζί.
    Πολυχρόνης Κουτσάκης, σημείωμα για τη Φωτιά

    Ο Πολυχρόνης Κουτσάκης επιστρέφει με ένα εφηβικό και μετεφηβικό love story που δεν του αντιστέκονται ούτε ενήλικες.

    Περί τίνος πρόκειται

    Για τον Μελιγαλά δεν λέτε, για τον Γράμμο δεν λέτε, για τη Μαρφίν δεν λέτε, για τον Γρηγορόπουλο δεν λέτε, για τον Μελίστα δεν λέτε, για τον Αξαρλιάν δεν λέτε. Επικαλούνται νίκες, συντριβές και ωδίνες του “άλλου”, του αντιπ-άλλου, αλλά στην κουβέντα δεν βάζουν όλες τις χαραγματιές της ιστορίας, μόνο τις βολικές. Γιατί δεν ενδιαφέρει η αλήθεια ή έστω ένα γενναίο κομμάτι της που αντιστέκεται στη λήθη ή τα μοντέρνα fake news. Ενδιαφέρει μόνο να δικαιολογηθούν οι εμμονές, οι λιγοστές όψεις της πραγματικότητας που βλέπουν, η αποσπασματική τους ιδεολογία, εκείνη που τους εξασφαλίζει δημοφιλία, θέση, πρόζα, πόζα. Μα πάνω απ’ όλα το δίκιο, ο άνθρωπος και το φως, όχι οι μυθολογίες.

    Στο μυθιστόρημα Φωτιά, ο συγγραφέας Πολυχρόνης Κουτσάκης ξεκινά από τον τίτλο την “επίθεση”. Η λέξη φωτιά έχει ένταση, έχει ορμή, είναι ένα από τα τέσσερα δομικά υλικά του κόσμου (γη, νερό, αέρας τα άλλα) και εκείνο με την πιο επιθετική και αρνητική απόχρωση. Για να αποκτήσει υπόσταση η φωτιά, χρειάζεται καύσιμη ύλη και η ελληνική κοινωνία (και όχι μόνο αυτή) φημίζεται για την αμέλειά της να απομακρύνει τα εύφλεκτα υλικά από τα επικίνδυνα σημεία.

    Επιλέγοντας την εναλλασσόμενη πρωτοπρόσωπη αφήγηση των δύο κεντρικών του πρωταγωνιστών, του Θωμά και της Άννας, ο συγγραφέας κινεί σε πενήντα εννέα κεφάλαια την ιστορία του πάνω σε ένα διαρκές δίπολο, σε δύο επιφάνειες που συνεχώς αποκλίνουν και συγκλίνουν, άλλοτε συνοδοιπορώντας σαν γραμμές τρένου, άλλοτε τέμνοντας η μία την άλλη. Μαθητές της Β’ Λυκείου και οι δυο, συμμαθητές, εκπροσωπούν ένα πολύ διαφορετικό κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας. Ο Θωμάς προέρχεται από λαϊκή οικογένεια χαμηλών οικονομικών δυνατοτήτων, η Άννα από μια ευκατάστατη αστική οικογένεια, με πατέρα γιατρό και αστέρα του εγχώριου στερεώματος. Ο Θωμάς είναι αντίθετος με τους επαγγελματίες καταληψίες και το κλείσιμο του σχολείου, βλέπει το σχολείο ως τη μόνη ευκαιρία να διαφύγει της οικογενειακής και προσωπικής στενωπού. Συγκρούεται με τους υποκινητές της κατάληψης, διεκδικεί το δικαίωμα να έχει διαφορετική άποψη, στέκεται απέναντι στην πλειοψηφία. Η Άννα δηλώνει αριστερή, υπέρ της κατάληψης, διεκδικεί έναν καλύτερο κόσμο, βλέποντας στη σύγκρουση με την εξουσία μια ευκαιρία να δείξει ποια είναι. Έχει αγνές προθέσεις και σιγά σιγά αφουγκράζεται τον διαφορετικό τρόπο σκέψης του Θωμά. Οι δυο τους κόσμοι αρχίζουν σταδιακά, μέσα από διαφωνίες και αντιθέσεις, να πλησιάζουν, μέχρι που ο έρωτας χτυπάει την πόρτα τους, απρόσκλητος. Τους πιάνει απροετοίμαστους, στους χτύπους της καρδιάς δύσκολα λες όχι. Η ζωή, όμως, φέρνει συνεχώς νέες προκλήσεις μπροστά τους δοκιμάζοντας όρια, αντοχές και επιλογές.

    Η φωτιά σε τράπεζα της Αθήνας (δεν κατονομάζεται αλλά ο συγγραφέας στον πρόλογο μιλά καθαρά για την Marfin ως αφετηρία της μυθιστορηματικής έμπνευσής του) έχει νεκρούς, μεταξύ των οποίων και η αδερφή του Θωμά. Μια αδερφή που συντηρούσε τον Θωμά, που τον ενίσχυε οικονομικά, που του στεκόταν. Η Άννα από την άλλη ζει τη δική της οικογενειακή τραγωδία, αφού πατέρας και αδερφός, προδίδουν με τον τρόπο τους ο καθένας τον κόσμο της. Ο Θωμάς και η Άννα είναι ένας ιδιότυπος απαγορευμένος έρωτας που ανθίζει απρόσμενα και δοκιμάζεται κάτω από τις δυσμενέστερες των συνθηκών. Μα την τελευταία κουβέντα την έχει πάντα η καλή όψη. Ή έτσι θα έπρεπε να είναι.

    Εστιάζοντας

    Επαναστάτες του καναπέ, καταληψίες από καφετέριες και κινητά, επαγγελματίες ιδεολόγοι, αριστεροί του καναπέ, κουκουλοφόροι βομβιστές που αμαυρώνουν την αναρχική ιδεολογία, φασισταριά κάθε απόχρωσης που δεν επιτρέπουν την άλλη άποψη, δεν μπορούν να αντιπαρατεθούν με επιχειρήματα σε τίποτα λογικό. “Αντάρτες της πορδής με τα λεφτά του μπαμπά” κατά τον θεϊκό στίχο του Νικόλα. Δεξιά νομενκλατούρα με την ασφάλεια της τσέπης και των προσβάσεων στην εξουσία που ειρωνεύεται οτιδήποτε ανθρώπινο, όμορφο, γνήσιο, προοδευτικό. Αριβίστες δίχως κανέναν ηθικό φραγμό, κρύβονται πίσω από τίτλους ιδεολογιών. Καριερίστες της πολιτικής, επίδοξοι σωτήρες του τόπου εκτός τόπου και χρόνου, που προαλείφονται για πόστα. Περσόνες του δημοσίου διαλόγου που θαυμάζεις για το σπουδαίο έργο και την προσφορά τους. Δεξιά κι αριστερά και παραμύθια τούμπανα. Όλα σε προδίδουν όταν δεν έχουν μέσα τους αλήθεια και καθαρότητα.

    “Δεν πιστεύω στα δανεικά κότσια από άλλους, δεν πιστεύω στους συλλογικούς αγώνες, δεν πιστεύω στους συμμαθητές μας, που ψηφίζουν για κατάληψη και φεύγουν βολτίτσα. Είναι ένα μάτσο υποκριτές” (σελ. 75, Θωμάς)

    Ο Πολυχρόνης Κουτσάκης γρονθοκοπεί ντιρέκτ, κροσέ και άπερκατ με σκληρότητα ολόκληρο το κυρίαρχο νεοελληνικό σκηνικό της τελευταίας δεκαπενταετίας. Δεν είναι ένα συνηθισμένο YA μυθιστόρημα για μια ερωτική ιστορία δυο 17χρονων, αλλά ένα σκληρό, ειλικρινές, αντιλαϊκιστικο κοινωνικοπολιτικό ψυχογράφημα της ελληνικής κοινωνίας και χαρακτηριστικών εκπροσώπων και όψεών της, όπου ο στόχος δεν είναι το χάιδεμα έτοιμων ώτων, ούτε κάποιο πολυάριθμο δημοφιλές ακροατήριο, αλλά μια σκεπτόμενη μερίδα ανθρώπων, έφηβων και ενηλίκων που αποτελούν εκείνο που μου αρέσει να σκέφτομαι ως τρίτο δρόμο και μου φέρνει στο μυαλό εκείνο το μαγικό γέννημα του σαλού Ελύτη “Μέσα στη θλίψη της απέραντης μετριότητας που μας πνίγει από παντού, παρηγοριέμαι ότι κάπου, σε κάποιο καμαράκι, κάποιοι πεισματάρηδες αγωνίζονται να εξουδετερώσουν τη φθορά“. Ο Κουτσάκης δεν αποφεύγει κανέναν και τίποτα από την κριτική του. Ούτε την αριστερή ασυλία, ούτε τη δεξιά υπεροψία, ούτε ό,τι φύτρωσε ανάμεσα ή εξαιτίας τους.

    Τα ερωτήματα και οι προβληματισμοί που θέτει ο συγγραφέας για την ελληνική κοινωνία και τις παραμέτρους της, πολιτικές, κοινωνικές, εκπαιδευτικές, προσωπικές, μέσα από αυτές τις αλλεπάλληλες αφηγήσεις του Θωμά και της Άννας είναι αμέτρητα. Οι ήρωές της Φωτιάς συμπυκνώνουν μια δυναμική θέση που εστιάζει στην ελευθερία έκφρασης, στην κινητικότητα των ιδεών και την λεκτική αντιπαράθεση, στον σεβασμό του άλλου, στην αποφυγή των ακραίων λύσεων, στη δύναμη του ενός, στη μη παντοδυναμία των συλλογικοτήτων ως ευαγγέλια της αλλαγής, στη μη περιφρούρηση κανενός και καμιάς προσωπικότητας ως σύμβολο, θέσφατο ή τοτέμ, την ίδια ώρα που αφήνει ένα πλήθος άλλων ιδεών προς απάντηση κατά το δοκούν από κάθε αναγνώστη.

    Γιατί να υποθέτουμε πως οι αριστεροί είναι εξ ορισμού καλοί;” του λέω, και μόλις το ξεστομίζω συνειδητοποιώ πως αναπαράγω τα λόγια του Θωμά.
    Είναι δυνατόν να επηρεάζομαι τόσο εύκολα;
    “Δεν το υποθέτουμε πως είναι καλοί. Είναι. Αν, βέβαια, πιστεύουν στ’ αλήθεια όλα όσα ισχυρίζονται ότι πιστεύουν. Δεν γίνεται να θες οι άνθρωποι να είναι ίσιοι, να έχουν όλοι μια αξιοπρεπή ποιότητα ζωής, να μην τους καταπίνουν τα κέρδη και οι αριθμοί, να είσαι απέναντι σε κάθε αδικία και να μην είσαι καλός άνθρωπος” (σελ. 97).

    Μέσα σε όλο αυτόν τον ζόφο, τη φωτιά και τη σύγκρουση, έρχεται ο έρωτας, που ξεκινά από σπίθα για να συντρίψει στο διάβα του τα πάντα. Όχι ως απάντηση και γιατρικό σε όλα, ούτε ως μια φουτουριστική κάψουλα αποκοπής από το έξω σύμπαν, αλλά ως αναπόφευκτη επιλογή και λύτρωση η οποία δεν δαμάζεται από ανθρώπινα κατασκευάσματα και ιδεοληψίες, δεν περιορίζεται, δεν αλυσοδένεται, δίνει ελπίδα και φως. Παρά τη φωτιά και την ασφυξία που αυτή προκαλεί, το μυθιστόρημα έχει ακριβώς αυτά: ελπίδα και φως. Φωτιά στην καρδιά των εφήβων. Φωτιά από γνωστούς αγνώστους που κατακαίνε τυφλά. Φωτιά στο παλιό. Φωτιά ο έρωτας.

    Η γλώσσα του συγγραφέα κυμαίνεται από τη σκληρότητα των γεγονότων, την ένταση των συναισθημάτων, τις πιο εφηβικές και νεολαιίστικες εκφράσεις και τρόπους επικοινωνίας (insta, snapchat, twitter κ.α.). Δεν είναι μια γλώσσα προσποιητή, ψευτονεανίζουσα, πρόχειρα φτιαγμένη να θέλξει των τινέιτζερ. Είναι γλώσσα κανονική, καθαρή, με τις λοξοδρομήσεις των εφήβων της εποχής, με εσωτερικότητα, με την αυθεντικότητα του πρώτου προσώπου. Η απουσία τρίτου προσώπου, κάποιου παντογνώστη αφηγητή δεν στερεί από τον συγγραφέα τη λογοτεχνικότητα.

    Πέρα από οποιαδήποτε προσέγγιση ή ανάλυση, είναι ένα μυθιστόρημα που μιλάει σταράτα, που αγγίζει τις λεπτές χορδές, που δείχνει με ευκρίνεια εικόνες της κοινωνίας που ζούμε, που ενδυναμώνει τους λίγους, τους μειοψηφούντες, τους ανθρώπους που δεν ανήκουν σε τζάκια, κόμματα, φρουρές, σε εκείνους που δεν νέμονται οφίτσια ή φέουδα. Κοινώς σε όσους σκέπτονται, δίχως να γίνονται κοπάδι είτε καναλιών και πληρωμένων δημοσιογράφων είτε καθοδηγητών και της στάνης. Θεωρώ θα σημάνει πολλαπλούς συναγερμούς μέσα σας.

    Νομίζω ότι μπορώ να γράψω άλλες είκοσι παραγράφους για βιβλία σαν αυτό, κάτι που ασφαλώς θα αποφύγω.

    Για αναγνώστες από 13-14 περίπου ετών.

    Εκδόσεις Καστανιώτη.

    Διακρίσεις

    Το Soundtrack του βιβλίου

    Χάλια- Φοίβος Δεληβοριάς

    TAYTOTHTA
    Τίτλος: Φωτιά
    Συγγραφέας: Πολυχρόνης Κουτσάκης
    Εκδόσεις: Καστανιώτης, Ιούνιος 2022
    Σελίδες: 288
    Μέγεθος: 14 Χ 20,5
    ISBN: 978-960-03-6989-2

     

    Απόστολος Πάππος
    Απόστολος Πάππος
    Γεννήθηκε στον Πειραιά το 1976. Νηπιαγωγός. Κάποτε έφτιαξε το ELNIPLEX. Τώρα γράφει γι' αυτό μόνο όποτε του αρέσει κάτι.
    RELATED ARTICLES

    Most Popular