More
    patakis_To vivlio twn fovwn banner_elniplex 1068x150
    patakis_oti thelw tha kanw banner_elniplex 1068x150
    patakis_To vivlio twn fovwn banner_elniplex 1068x150
    patakis_oti thelw tha kanw banner_elniplex 1068x150
    patakis_To vivlio twn fovwn banner_elniplex 1068x150
    patakis_oti thelw tha kanw banner_elniplex 1068x150
    patakis_To vivlio twn fovwn banner_elniplex 405x150
    patakis_oti thelw tha kanw banner_elniplex 405x150
    ΑρχικήΒιβλίοΤα αποτελέσματα της έρευνας του ΟΣΔΕΛ «Αναγνώσεις, αναγνώστες και αναγνώστριες. Το βιβλίο...

    Τα αποτελέσματα της έρευνας του ΟΣΔΕΛ «Αναγνώσεις, αναγνώστες και αναγνώστριες. Το βιβλίο και το κοινό του στην Ελλάδα»

    Ακολουθώντας τη διεθνή πρακτική, σύμφωνα με την οποία η υποστήριξη πολιτιστικών, εκπαιδευτικών και κοινωνικών δράσεων αποτελεί μέρος της αποστολής των Οργανισμών Συλλογικής Διαχείρισης. ο Οργανισμός Συλλογικής Διαχείρισης Έργων του Λόγου (ΟΣΔΕΛ),  διαθέτει, από το 1997, έτος ίδρυσής του, μέρος των εσόδων του για πολιτιστικούς και κοινωνικούς σκοπούς, προς όφελος των συμβασιούχων του.

    Σε αυτό το πλαίσιο, ο ΟΣΔΕΛ χρηματοδότησε και συντόνισε την εκπόνηση της έρευνας «Αναγνώσεις, αναγνώστες και αναγνώστριες. Το βιβλίο και το κοινό του στην Ελλάδα», υπό την επιστημονική διεύθυνση του καθηγητή κοινωνιολογίας στο Τμήμα Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Νίκου Παναγιωτόπουλου. Η έρευνα για το βιβλίο και το κοινό του στην Ελλάδα διενεργήθηκε από τον Ιανουάριο του 2021 έως τον Φεβρουάριο του 2022 και είναι η πρώτη που πραγματοποιήθηκε δώδεκα χρόνια μετά την αντίστοιχη έρευνα του Ε.ΚΕ.ΒΙ. Αποτυπώνει με ενάργεια την κατάσταση, όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά την οικονομική και την υγειονομική κρίση που μεσολάβησαν -κρίσεις οι οποίες άλλαξαν άρδην το εκδοτικό τοπίο, σε τοπικό αλλά και σε διεθνές επίπεδο. Τα ευρήματα της εν λόγω έρευνας ανέδειξαν και τεκμηρίωσαν την αιτιώδη σχέση της ανάγνωσης με την προσωπική, επαγγελματική και κοινωνική εξέλιξη του ατόμου.

    Δύο χρόνια μετά, η έρευνα «Παιδί και ανάγνωση», και αυτή υπό την επιστημονική διεύθυνση του καθηγητή Νίκου Παναγιωτόπουλου, έρχεται, ως συνέχεια και λογικό επακόλουθο της έρευνας για την αναγνωστική συμπεριφορά των Ελληνίδων και των Ελλήνων. Η δεύτερη αυτή μελέτη διερευνά αφενός τη σχέση που διατηρούν τα παιδιά με την ανάγνωση και αφετέρου τον ρόλο της εκπαίδευσης στη διαμόρφωση της σχέσης αυτής, για να καταλήξει στην πρόταση εξειδικευμένων πολιτικών φιλαναγνωσίας, που προορίζονται να καλύψουν τις ανάγκες όλου του πληθυσμού.

    Όπως προκύπτει από την έρευνα, η άνιση σχέση με την ανάγνωση, την οποία βιώνουν τα παιδιά που προέρχονται από συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, παράγει κοινωνικές, πολιτισμικές και οικονομικές ανισότητες. Σύμφωνα επίσης με τα ευρήματα της μελέτης, προϊόντα ποσοτικής και ποιοτικής έρευνας, ο ρόλος της εκπαίδευσης στη συγκρότηση σχέσης αγάπης του παιδιού με την ανάγνωση είναι ισχυρά καθοριστικός και ποιοτικός.

    Με βάση αυτά τα δύο δεδομένα, είναι προφανές ότι αν η πολιτεία και οι εταίροι δεν αναλάβουν δράση, αν δεν ξεκινήσει η προσπάθεια αποκατάστασης των αναγνωστικών ανισοτήτων μέσω του εκπαιδευτικού συστήματος, οι κοινωνικές και πολιτισμικές ανισότητες θα συνεχίσουν να διευρύνονται εις βάρος των παιδιών που προέρχονται από ευάλωτες ομάδες, στερώντας τους την ευκαιρία για προσωπική, επαγγελματική και κοινωνική εξέλιξη και κατ’ επέκταση στερώντας τη χώρα από μια καθοριστική συμβολή στην αναγκαία ανάπτυξή της. Η ανάγνωση είναι ένα κοινωνικό μέγεθος και δεν γίνεται να μην λαμβάνεται υπόψη κατά τον σχεδιασμό πολιτικών στις σύγχρονες κοινωνίες της γνώσης.

    Βασικό αντικείμενο της έρευνας «Παιδί και ανάγνωση» υπήρξε το να καταστεί σαφές πώς παράγεται πρακτικά η οικεία σχέση με την ανάγνωση, πώς μαθαίνει ουσιαστικά και πρακτικά κανείς να αγαπά την ανάγνωση, προκειμένου όλοι οι φορείς που έχουν αποστολή ή στόχο να επιχειρήσουν, στο πλαίσιο της λειτουργίας τους, να την παράγουν, να το πράξουν συστηματικά και αποτελεσματικά.

    Στόχος υπήρξε να απαντηθεί το εξής ερώτημα:
    Αν θέλουμε πράγματι να εξοικειώσουμε με την ανάγνωση τον μεγαλύτερο δυνατό αριθμό πολιτών, παύοντας να κάνουμε κάτι ανάλογο με αυτό που κάνει κάθε επιτυχημένο θρησκευτικό κήρυγμα, δηλαδή να απευθυνόμαστε τελικά μόνο στους προσηλυτισμένους, αν θέλουμε πραγματικά να φέρουμε στον κόσμο του βιβλίου αυτούς που δεν αισθάνονται την  ανάγκη να τον επισκεφτούν, αν δεν θέλουμε, με άλλα λόγια, να περιοριστούμε στη μερική αποτελεσματικότητα των ήδη διαθέσιμων μέτρων και τρόπων, τι πρέπει να γνωρίζουμε, τι πρέπει να κάνουμε καλύτερα;

    Η ποσοτική έρευνα βασίστηκε σε 500 ερωτηματολόγια που συμπληρώθηκαν από γονείς οικογενειών προερχόμενων από διαφορετικές κοινωνικές κατηγορίες.

    Μερικά από τα πλέον αξιοσημείωτα ευρήματα

    • Τα μεγαλύτερης ηλικίας παιδιά (11-12 ετών) φαίνεται να κάνουν πιο συχνά (59%) και περισσότερα ιδιαίτερα μαθήματα στο σπίτι (1,05%), διαβάζουν συνήθως ένα έως πέντε βιβλία το έτος (62,9%), διαβάζουν περισσότερη παιδική λογοτεχνία (56,2%), αλλά όχι τόσο για διασκέδαση (45,7%) όσο οι άλλες ηλικίες (68,7% τα παιδιά 6-7 ετών και 57,3% τα παιδιά 8-10), ενώ εκτίθενται περισσότερο σε οθόνες πλην τηλεόρασης (το 10,5% περισσότερο από τρεις ώρες ημερησίως και το 54,3% από μία έως τρεις ώρες), από τα παιδιά των άλλων ηλικιακών κατηγοριών (77,9% των παιδιών 6-7 ετών εκτίθεται λιγότερο από μία ώρα ημερησίως, όπως και το 57,7% των παιδιών 8-10 ετών).
    • Παράλληλα, οι γονείς τους θεωρούν ότι διαβάζουν λιγότερο από τις άλλες ηλικίες, τους αγοράζουν βιβλία και επιβλέπουν το τι διαβάζουν σε μικρότερο βαθμό, ενώ παίζουν παιχνίδια λέξεων μαζί τους και τους ενθαρρύνουν να διαβάζουν πράγματα στον δρόμο λιγότερο σε σύγκριση με τα παιδιά των άλλων δύο ηλικιακών κατηγοριών
    • Ως προς το επάγγελμα του γονέα, οι δύο κατηγορίες χαμηλότερων από ταξικής πλευράς επαγγελμάτων προσφέρουν πιο συχνά ιδιαίτερα μαθήματα στο σπίτι στο παιδί τους (42,1% η κατώτερη και 55,2% η μικρομεσαία), και σε περισσότερα αντικείμενα (1,05 η κατώτερη και 1,18 η μικρομεσαία), ενώ το παιδί αποκτά βιβλία πιο συχνά και με άλλους τρόπους -δηλαδή όχι μόνο μέσω των γονέων του (26,3% η κατώτερη και 10,4% η μικρομεσαία). Επίσης, θεωρούν πιο σημαντική την εντατική ανάγνωση (3,29 η κατώτερη και 3,24 η μικρομεσαία), ενώ ενθαρρύνουν λιγότερο τα παιδιά τους να διαβάζουν πράγματα στους δρόμους (2,61 η κατώτερη και 2,24 η μικρομεσαία).

    • Οι γονείς που ασκούν τα υψηλότερα ταξικά επαγγέλματα προσφέρουν πολύ πιο συχνά συνδρομές σε παιδικά περιοδικά και εφημερίδες στα παιδιά τους (17,5%).
    • Οι δύο μεσαίες τάξεις επαγγελμάτων, κατά την κατηγοριοποίηση της έρευνάς μας, τείνουν πιο συχνά να αγοράζουν βιβλία στα παιδιά τους (2,81 η μικρομεσαία και 2,70 η μεσαία), να επιβλέπουν τι διαβάζει το παιδί (3,19 η μικρομεσαία και 2,93 η μεσαία), να το παροτρύνουν να διαβάζει (3,00 η μικρομεσαία και 3,06 η μεσαία).
    • Όσο ανώτερο ταξικά είναι το επάγγελμα του άλλου γονέα, τόσο αυξάνεται και η από κοινού συμμετοχή σε πολιτιστικές δραστηριότητες με το παιδί, αλλά και η συχνότητα με την οποία οι γονείς συζητούν με το παιδί για τα βιβλία που διάβασε. Όταν ο έτερος γονέας ασκεί κάποιο από τα ανώτερα επαγγέλματα, οι γονείς τείνουν να δηλώνουν ότι συμβουλεύονται περισσότερο ειδικούς για την αγορά βιβλίων στο παιδί τους (1,96).
    • Αναφορικά με την οικογενειακή κατάσταση του γονέα, όταν οι γονείς συμβιώνουν ή είναι έγγαμοι, επιβλέπουν πιο συχνά τι διαβάζει το παιδί (2,98 έναντι 2,59), το παροτρύνουν να διαβάζει σε εντονότερο βαθμό (3,00 έναντι 2,71), αφού θεωρούν πιο σημαντική την εντατική ανάγνωση (3,23 έναντι 3,00), προσπαθούν να ενημερώνονται περισσότερο για την πρόοδό του (2,72 έναντι 2,48), του διαβάζουν περισσότερο ιστορίες ή παραμύθια (2,74 έναντι 2,36) και μιλάνε περισσότερο για αυτά που το παιδί διαβάζει (2,69 έναντι 2,38).
    • Αναφορικά με την περιοχή διαμονής, οι γονείς που διαμένουν σε περιοχές μεσαίων στρωμάτων με παραδοσιακή παρουσία διανόησης δήλωσαν άπαντες/άπασες ότι το παιδί τους παρακολουθεί ιδιαίτερα μαθήματα στο σπίτι (100%), τείνουν να θεωρούν ότι το παιδί τους διαβάζει περισσότερο (3,38), του αγοράζουν πιο συχνά βιβλία (3,69), το παροτρύνουν περισσότερο να διαβάζει (3,38), αφού θεωρούν σημαντική την εντατική ανάγνωση (3,69), ενώ εξηγούν τις άγνωστες λέξεις στο παιδί σε μικρότερο βαθμό (2,92), έναντι των άλλων περιοχών διαμονής.
    • Οι άνδρες γονείς επιθυμούν σε μεγαλύτερο βαθμό (24,7% έναντι 11,8% των γυναικών), το παιδί τους να αποκτήσει διδακτορικό δίπλωμα σπουδών. Παράλληλα, δηλώνουν ότι το παιδί διδάσκεται λιγότερα αντικείμενα στο σπίτι (0,61 έναντι 0,84 των γυναικών), επιβλέπουν λιγότερο τι διαβάζει το παιδί τους (2,62 έναντι 2,99), θεωρούν λιγότερο σημαντική την εντατική ανάγνωση (2,92 έναντι 3,25), συμβουλεύονται ειδικούς για την αγορά βιβλίου σε μικρότερο βαθμό (1,24 έναντι 1,68) και ότι μιλούν λιγότερο με τα παιδιά τους για τα βιβλία που διάβασαν (2,40 έναντι 2,70 των γυναικών).
    • Το εκπαιδευτικό και επαγγελματικό προφίλ των γονέων, παππούδων ή γιαγιάδων δεν συσχετίζεται συστηματικά με τις συνήθειες που αναπτύσσει ένα παιδί σε σχέση με το διάβασμα βιβλίων.
    • Στον βαθμό που παρατηρούνται στατιστικά σημαντικές συσχετίσεις, αυτές αναδεικνύουν ότι οι παιδικές συνήθειες σε σχέση με το διάβασμα βιβλίων συσχετίζονται θετικά, πρωτίστως με το μορφωτικό επίπεδο των γονέων, παππούδων ή γιαγιάδων παρά με το επάγγελμά τους.
    • Όταν ο συσχετισμός είναι στατιστικά σημαντικός μεταξύ του επαγγέλματος των γονέων, παππούδων ή γιαγιάδων και της έντασης αναγνωστικών συνηθειών του παιδιού, συχνά είναι αρνητικός. Παιδιά και εγγόνια υψηλόβαθμων στελεχών φαίνεται να μην αναπτύσσουν θετικές στάσεις απέναντι στην ανάγνωση βιβλίων.
    • Το υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο των γονέων, παππούδων ή γιαγιάδων αντισταθμίζει τον αρνητικό συσχετισμό μεταξύ επαγγέλματος και αναγνωστικών συνηθειών του παιδιού.

     

    Δείτε

    την Έρευνα του ΟΣΔΕΛ για την αναγνωστική συμπεριφορά των παιδιών εδώ

    τα συμπεράσματα και τις προτάσεις της έρευνας σε αρχείο powepoint εδώ

    τα βίντεο:

    Ξέρεις να διαβάζεις 1 εδώ

    Ξέρεις να διαβάζεις 2 εδώ

    Και θυμηθείτε την καμπάνια του ΟΣΔΕΛ στο ΜΕΤΡΟ εδώ

    Επιστημονική διεύθυνση:
    ΝΙΚΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ
    Καθηγητής κοινωνιολογίας, Τμήμα Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης,
    Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

    Σε συνεργασία με τις:
    Αθηνά Καρατζά και Λίλα Παπαβασιλείου

    Ερευνητική ομάδα:
    Δημήτρης Αυγελής
    Κωνσταντίνος Βενιανάκης
    Γιώργος Γεωργαράκης
    Ειρήνη Κεσμετζή
    Κατερίνα-Πηνελόπη Λουκά
    Ιόλη Παναγιωτοπούλου
    Άννα Παπαργυρίου
    Έρρικα Πούλα
    Άννα Σταθακοπούλου
    Μιχάλης Τσατσόγλου

     

     

    RELATED ARTICLES

    Most Popular